Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μείωση της παραγωγής αστικών στερεών αποβλήτων στην πηγή είναι η καλύτερη δημόσια πολιτική και ατομική συμπεριφορά. Με άλλα λόγια, η διαχείριση αποβλήτων διέπεται από την ίδια λογική με την ενέργεια, μειώνουμε την κατανάλωση και ερχόμαστε σε ό,τι μένει να εφαρμόσουμε τις νέες τεχνολογίες. Δεν μπορούμε όμως να έχουμε και μηδενικά απόβλητα ενώ συνεχίζουμε να καταναλώνουμε, όπως δηλαδή δεν γίνεται να έχουμε ένα αεικίνητο το οποίο παράγει ενέργεια με μηδενικές απώλειες. 

Τρεις είναι οι βασικοί άξονες διαχείρισης σύμφωνα με την παγκόσμια πρακτική: η ανακύκλωση συμπεριλαμβανομένης της κομποστοποίησης, η ανάκτηση ενέργειας και η ταφή. Και οι τρεις μέθοδοι συμμετέχουν σε μια ολιστική διαχείριση, η αναλογία τους όμως είναι αυτή που μπορεί να μετατρέψει ένα σενάριο από βιώσιμο σε εφιαλτικό και όλες οι χώρες του πλανήτη λίγο πολύ με αυτήν την αναλογία αναμετρούνται σύμφωνα με την κουλτούρα και τα κεφάλαια που διαθέτουν. 

 

Επαναχρησιμοποίηση, Ανακύκλωση, Ενεργειακή Αξιοποίηση και Ταφή

Με σειρά προτεραιότητας, όπως ορίζουν και οι σχετικές οδηγίες της ΕΕ, επιδιώκουμε μείωση αποβλήτων, ανακύκλωση υλικών, παραγωγή ενέργειας και ταφή ως έσχατη λύση. Καταναλώνουμε λιγότερο, αγοράζουμε λιγότερο, επαναχρησιμοποιούμε. Αν δεν γίνεται, πάμε στο επόμενο βήμα, απορρίπτουμε δηλαδή αλλά εφαρμόζουμε διαλογή στην πηγή σε όσο μεγαλύτερο βαθμό. Παρόλα αυτά, η ζημιά έχει ήδη γίνει αφού κανένα υλικό δεν μπορεί να ανακτηθεί στο 100%. Για παράδειγμα, ο λόγος ανακυκλοφορίας του χαρτιού είναι 3.5 για την Ευρώπη και 2.4 για τον υπόλοιπο κόσμο ενώ πχ. για το πλαστικό είναι πολύ χαμηλότερος. Γενικά και παρά του τι μπορεί να θεωρείται από τους πολίτες, ακόμα και σε προηγμένες χώρες όπως η Ιταλία και η Γερμανία, από το σύνολο του κάδου απορριμμάτων η ανακύκλωση επιτυγχάνεται για ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το 50%. Το υπόλοιπο συνήθως καίγεται είτε ως συμπλήρωμα σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με λιθάνθρακα, είτε στην τσιμεντοβιομηχανία και σε εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας. Για τα πλαστικά τα ποσοστά στην Ευρώπη είναι 39.5% καύση για την παραγωγή ενέργειας και 30.8% ταφή. Ακόμα όμως και τα «καλά» υλικά όπως το γυαλί και το μέταλλο, χάνουν σταδιακά την αξία τους στην αλυσίδα της ανάκτησης, με αποτέλεσμα η καύση και η ταφή να θεωρούνται βέβαιη εναλλακτική για ένα σταθερό υπόλειμμα.  

 

Το συκώτι της καταναλωτικής κοινωνίας

Η θερμική επεξεργασία λοιπόν επιβεβαιώνεται ότι είναι παράγοντας στην εξίσωση διαχείρισης αποβλήτων και αποτελεί ήδη από δεκαετίες το τελικό στάδιο όπου συναντάται αυξημένη συγκέντρωση πληθυσμού και υψηλή τεχνολογία. Πρακτικά, καταστρέφει τις οργανικές ουσίες που περιέχονται στα απορρίμματα και τις περιορίζει από το να διοχετευτούν στο νερό, στο έδαφος και στον αέρα, όπως το συκώτι καθαρίζει το αίμα και δεν αφήνει τον ανθρώπινο οργανισμό να δηλητηριαστεί (Bertam et al, 2013). 

Ο λόγος γίνεται για την αποτέφρωση αποβλήτων (incineration) η οποία αναγνωρίζεται διεθνώς ότι μπορεί να εφαρμοστεί στα αστικά απόβλητα, τα οποία χαρακτηρίζονται από υψηλή ανομοιογένεια καθώς άλλες τεχνολογίες όπως η αεριοποίηση και η πυρόλυση απαιτούν εισροή μεγαλύτερης καθαρότητας και μπορούν να εφαρμοστούν σε έργα ελεγχόμενης λειτουργίας όπως οι βιομηχανίες (Quicker, 2015).  

 

Πολιτική και διαχείριση αποβλήτων

Παρά όμως τις τεχνικές παραμέτρους, η διαχείριση των αποβλήτων αποτελεί ταυτόχρονα και μια πολιτική πράξη. Η επιλογή δηλαδή τεχνολογίας, η διάχυση κεφαλαίων στους πυλώνες που αναφέρθηκαν και η νομική προσαρμογή παραμένει πολιτική που διαφοροποιείται ανά χώρα και ανά ήπειρο.

 

Ενεργειακή αξιοποίηση και Ανακύκλωση: Δύο αντίρροπες πρακτικές;

Οι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι η ανακύκλωση και η καύση αποβλήτων δρουν ανταγωνιστικά. Η θέση αυτή στηρίζεται στη λογική προοπτική ότι όσο τα απόβλητα θα μειώνονται και την ίδια στιγμή οι πολίτες θα συμμορφώνονται με τη διαλογή στην πηγή, η εισροή των μονάδων καύσης θα βαίνει συνεχώς μειούμενη πράγμα που θα οδηγεί στην μείωση κέρδους των μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης.

Και αν για τις παλαιότερες εγκαταστάσεις αυτό ήταν μια νομοτελειακή κατάληξη που έρχεται μετά από δεκαετίες – στη σουηδική επικαιρότητα συχνή είναι η είδηση ότι μονάδες αποτέφρωσης έχουν ξεμείνει από απόβλητα – στις χώρες που εισέρχονται τώρα στην αγορά, κανείς δεν εγγυάται ότι η δυναμικότητα και οι στόχοι θα σχεδιασθούν με γνώμονα τη μείωση παραγωγής αποβλήτων. 

Την ίδια στιγμή, οι χώρες που παράγουν τεχνολογία ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων είναι και οι χώρες που αποδεσμεύονται σταδιακά από αυτήν πετυχαίνοντας συνεχώς όλο και πιο φιλόδοξους στόχους στην ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση, όπως δηλαδή η Σουηδία που αναφέρθηκε προηγουμένως. Ο εξοπλισμός αυτός εξάγεται στην ανατολική Ευρώπη, στην Αφρική και στον υπόλοιπο κόσμο όπου η ταφή αποτελεί τον κανόνα και δημιουργείται με τον τρόπο αυτό ένα δυναμικό αγοράς που καθορίζει ενίοτε και τις πολιτικές αποφάσεις. 

Επιπλέον, σε όρους κόστους, η ενεργειακή αξιοποίηση είναι πολύ ακριβότερη από την ταφή και σχεδόν στα ίδια επίπεδα με την ανακύκλωση. Αυτή η συνάρτηση έχει δύο αναγνώσεις: Η μία λέει ότι για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η ταφή είναι η βασική πρακτική και ουσιαστικά το κόστος της δεν φθάνει καν στους πολίτες, η εφαρμογή της ενεργειακής αξιοποίησης θα δράσει σαν οικονομικός μοχλός υπερ της ανακύκλωσης. Στην ίδια υπό-περίπτωση όμως που η μετάβαση αυτή γίνει χωρίς να έχουν επιτευχθεί οι στόχοι για την ανακύκλωση, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το νέο ισοζύγιο θα σχεδιασθεί υπέρ της μείωσης αποβλήτων. 

 

Ενεργειακή αξιοποίηση και κυκλική οικονομία

Με το βλέμμα στραμμένο στην κυκλική οικονομία, οι προδιαγραφές με τις οποίες σχεδιάζονται τα υλικά καθορίζονται πλέον από την ίδια ιεραρχία με αυτή της διαχείρισης αποβλήτων, δηλαδή επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, καύση κοκ. Σε κοινωνίες που δεν έχει ωριμάσει το στάδιο της ανακύκλωσης και απουσιάζει η κουλτούρα επαναχρησιμοποίησης ενώ ταυτόχρονα αποτελούν κατ’ εξοχήν εισαγωγικές οικονομίες, ο κίνδυνος να εδραιωθεί η καύση είναι υπαρκτός. 

 

Μπορεί λοιπόν η μηδενική παραγωγή αποβλήτων να είναι ουτοπία όμως και η επίτευξη των κοινοτικών στόχων με κάθε κόστος και κάθε μέσο μοιάζει με επείγουσα ιατρική επέμβαση. Με άλλα λόγια, παρά τη δαπάνη εκατοντάδων εκατομμυρίων για την εκτροπή των αποβλήτων από την ταφή απευθείας στην αποτέφρωση, οι επόμενες γενιές μπορεί να διαπιστώσουν ότι η εγχείρηση πέτυχε αλλά ο ασθενής πέθανε – η προστασία του περιβάλλοντος στην προκειμένη. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να ενεργήσουμε έγκαιρα ώστε να μη συμβεί.